Στην Ελλάδα σήμερα, χιλιάδες παιδιά ασχολούνται με το παιδικό ποδόσφαιρο μέσω των αθλητικών υποδομών (ακαδημιών ποδοσφαίρου) και δεκάδων αθλητικών συλλόγων.
Το ηλικιακό εύρος είναι 6-12 ετών. Από την ηλικία των 12 ή και των 14 ετών και άνω αναπτύσσεται ο αγωνιστικός αθλητισμός και ιδιαίτερα για παιδιά που έχουν ταλέντο με στόχο συνήθως την αθλητική καριέρα.
Οι γονείς εμπιστεύονται τα παιδιά τους στο παιδικό ποδόσφαιρο για να γνωρίσουν το αθλητισμό μέσα από το παιχνίδι (το ποδόσφαιρο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα στην χώρα), να κοινωνικοποιηθούν, να θέτουν στόχους, να γνωρίσουν την αξία της ομαδικότητας, να συμμετέχουν, να προσπαθούν κ.α.
Στην οργάνωση του παιδικού ποδοσφαίρου όμως υπάρχουν και κάποια ζητήματα που προκαλούν πολλές φορές τροχοπέδη στη σωστή ανάπτυξή του ή στην εικόνα που αντικατοπτρίζει το παιδικό ποδόσφαιρο προς τα έξω.
Η αξία της συμμετοχής. Τι συμβαίνει με τη μη ισότιμη συμμετοχή των παιδιών
Όπως προαναφέρθηκε το παιδικό ποδόσφαιρο αναπτύσσεται από 6-12 ετών. Στην ηλικία αυτή το παιδί γνωρίζει το άθλημα μέσα από ελεύθερο ή οργανωμένο παιχνίδι, γνωρίζει τα βασικά στοιχεία τεχνικής και όσο μεγαλώνει σε στοιχεία τακτικής καθώς και να εξασκείται σε στοιχεία φυσικής κατάστασης ώστε να εξελίσσει τις ικανότητές του και να χαίρεται το άθλημα. Επίσης στις ηλικίες αυτές τα παιδιά γνωρίζουν τις αξίες της ομαδικότητας, της προσπάθειας και της συμμετοχής, του σεβασμού της αντίπαλης ομάδας, της ανάπτυξης στόχων χωρίς να είναι αυτοσκοπός η νίκη. Ενώ κάθε παιδί συμμετέχει απρόσκοπτα και ελεύθερα στους αγώνες της ομάδας ανεξάρτητα του ταλέντου ή των ικανοτήτων του.
Συνήθως όμως παρατηρείται το φαινόμενο όταν μια ομάδα έχει να κάνει ένα παιχνίδι με κάποια ομάδα διαφορετικού συλλόγου να αγωνίζονται περισσότερο τα πιο ταλαντούχα παιδιά είτε α) επειδή ο προπονητής δεν θέλει να διακινδυνεύσει τη φήμη ότι κάνει καλή δουλειά, είτε β) επειδή οι υπεύθυνοι των συλλόγων δεν θέλουν οι ομάδες να χάνουν με το φόβο ότι οι γονείς θα μετακινήσουν τα παιδιά σε άλλους συλλόγους.
Το πρόβλημα αυτό της μη ισότιμης συμμετοχής των παιδιών επιτείνεται με τον ορισμό επίσημων πρωταθλημάτων σε τόσο μικρές ηλικίες και πριν την εξειδίκευση και της πραγματικά αγωνιστικής προετοιμασίας μετά τα 12.
Οι Σύλλογοι συχνά ξεχνάνε το “Αθλητισμός Για Όλους”
Οι Διευθύνσεις των συλλόγων δεν έχουν ξεκάθαρη και σταθερή φιλοσοφία. Βλέπουν τους άλλους συλλόγους ανταγωνιστικά και όχι συναγωνιστικά. Ισχυρίζονται ότι τους ενδιαφέρει να προάγουν το άθλημα, δεν αντιλαμβάνονται ότι στην ουσία απευθύνονται σε “αθλητισμό για όλους” και χάνεται η χαρά και διασκέδαση στα παιδιά από μικρή ηλικία, στο βωμό της νίκης κάποιου αγώνα έναντι μιας άλλης ακαδημίας.
Έτσι ασκούν πιέσεις στους προπονητές που εργάζονται στις υποδομές. Οι προπονητές με τη σειρά τους, λόγω του ότι πολλές φορές υπερισχύει ο εγωισμός τους επιθυμούν να κερδίσουν αγώνες εις βάρος στο χρόνο συμμετοχής των λιγότερο ταλαντούχων παιδιών.
Δεν αντιλαμβάνονται όμως τα ακόλουθα:
1. Τα πιο ταλαντούχα παιδιά αρχίζουν να πιστεύουν ότι είναι «αστέρες» και δημιουργούν σε αυτά ένα πνεύμα «ανωτερότητας». Όταν όμως έλθει η στιγμή να δοκιμαστούν σε κάποια “Κ-ΠΑΕ” και η εκάστοτε ΠΑΕ τους απορρίψει απογοητεύονται σε μεγάλο βαθμό και εγκαταλείπουν την προσπάθεια.
2. Τα λιγότερο ταλαντούχα παιδιά εφόσον δεν αγωνίζονται αισθάνονται μειονεκτικά και κατά συνέπεια και σε εκείνα ελλοχεύει ο κίνδυνος να εγκαταλείψουν το άθλημα.
Ποιό είναι το ιδανικό προφίλ προπονητή
Στο παιδικό ποδόσφαιρο ασχολείται επίσης πληθώρα προπονητών – εκπαιδευτών που τυπικά κατοχυρώνεται από την άδεια προπονητών ποδοσφαίρου που εκδίδει η ΕΠΟ.
Στον παιδικό αθλητισμό όμως, την ευθύνη εκγύμνασης θα έπρεπε να έχει ο Πτυχιούχος Φυσικής Αγωγής με την αντίστοιχη ειδικότητα.
Σήμερα, την ευθύνη αθλητικής εκπαίδευσης σε αυτό το βασικό και ευαίσθητο ηλικιακό εύρος του παιδικού αθλητισμού έχουν εκτός των άλλων, άτομα που δεν είναι τουλάχιστον γυμναστές αλλά και δεν έχουν καμία σχέση με τυπική και ουσιαστική εκπαιδευτική διαδικασία που είναι απαραίτητη για διδασκαλία σε παιδιά με απρόβλεπτες συνέπειες για αυτά σε σωματικό και ψυχικό επίπεδο.
Επίσης, οι προπονητές που ασχολούνται σε αυτόν τον ευαίσθητο χώρο θα έπρεπε να διακατέχονται από το αίσθημα ΑΓΑΠΗΣ προς τα παιδιά. Να μην τα βλέπουν ως “ενήλικους ποδοσφαιριστές” και να έχουν υπομονή και κατανόηση προς αυτά.
Παιδικό Ποδόσφαιρο. Υπάρχει όριο ηλικίας;
Στο παιδικό ποδόσφαιρο συμμετέχουν ο μεγαλύτερος όγκος παιδιών σε σχέση με όλα τα άλλα αθλήματα, ενώ η μεγαλύτερη πλειοψηφία τους το επιλέγουν καταρχάς γιατί βρίσκεται πιο κοντά στη φιλοσοφία του παιχνιδιού.
Όπως προαναφέρθηκε μετά την ηλικία των 12 ή και 14 ετών (κατ΄επέκταση) εισάγεται στο άθλημα η εξειδίκευση, ο αγωνιστικός προσανατολισμός, η επιλογή των παιδιών με στόχο να γίνουν ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου και πολλά παιδιά με λιγότερο ταλέντο σταματούν την ενασχόλησή τους με το άθλημα
Έτσι, παρατηρείται το φαινόμενο η ενασχόληση με τον αθλητισμό να κορυφώνεται έως τη Δευτέρα – Τρίτη Γυμνασίου και να μειώνεται από τις ηλικίες αυτές και έπειτα.
Θα πρέπει να εξετασθεί εάν κάποιες αθλητικές ακαδημίες αθλητικών συλλόγων, θα μπορούσαν να προσφέρουν το αγαθό του αθλητισμού και σε παιδιά μεγαλύτερων ηλικιών με στόχο και μόνο την άθληση, χωρίς τη πίεση του αγωνιστικού αθλητισμού ώστε να καλυφθεί αυτό το κενό μεταξύ που παρουσιάζεται στην εφηβική ηλικία.
Ποιος ρόλο οφείλουν να έχουν οι γονείς
Οι γονείς αποτελούν βασικό παράγοντα επιτυχημένης αθλητικής ενασχόλησης των παιδιών. Στο παιδικό ποδόσφαιρο συνήθως όταν τα παιδιά εγγράφονται για πρώτη φορά σε σύλλογο, οι περισσότεροι γονείς εμπιστεύονται τη δουλειά των ακαδημιών, τους προπονητές και το μόνο που ζητούν είναι να ασχολείται το παιδί με τον αθλητισμό.
Μερικοί από τους γονείς με το πέρας του χρόνου, αρχίζουν να έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις, γίνονται ειδήμονες για διάφορα θέματα και προκαλούν προβλήματα στην εργασία του προπονητή και δημιουργούν αρνητικό κλίμα που επηρεάζει και όλο το περιβάλλων της ακαδημίας ή του συλλόγου.
Ένας συγκεκριμένος αριθμός γονέων επηρεασμένοι από το γενικότερο ποδοσφαιρικό κλίμα που επικρατεί στη χώρα μας, λειτουργούν ως οπαδοί που φωνάζουν, προκαλούν φασαρίες, ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους παιδιά, αδιαφορώντας για τα άλλα παιδιά, κρίνουν αρνητικά τους προπονητές, απορροφούνται από το σκόρ του αγώνα και ξεχνούν την ουσία του παιδικού αθλητισμού που είναι η ενασχόληση με τον αθλητισμό που πρέπει να προκαλεί ψυχική και σωματική ισορροπία και ευφορία. Και φυσικά το πρόβλημα μπορεί να γίνεται πιο έντονο γιατί οι σύλλογοι δεν έχουν ξεκάθαρους στόχους και λειτουργία μη μπορώντας να υπερασπισθούν το ρόλο και τη δουλειά τους.
Παναγιώτης Γεραμπίνης Msc.
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής
Πηγή: doepap.gr